
Πάσχα στο χωριό δε θα κάνουμε ούτε και φέτος. Κι όμως, είναι αυτές οι αναμνήσεις που το Πάσχα στο χωριό το κάνουν μοναδικό. Μας λείπουν οι συγγενείς, οι προετοιμασίες, τα έθιμα της Μ. Εβδομάδας που στο χωριό είναι πιο έντονα, πιο οικεία, πιο ζωντανά. Θυμάμαι κάθε μέρα να γίνονται συγκεκριμένες δουλειές, ετοιμασίες, από τις νοικοκυρές του σπιτιού.
Όλα όμως άρχιζαν από το “ασπρισμα” ή “ασβέστωμα” των αυλών. Κι αυτή ήταν μια δουλειά- ιεροτελεστία αποκλειστικά της γιαγιάς, για να υποδεχτεί όλη την οικογένεια στο φρεσκοασβεστωμένο σπίτι. Όσοι ζουν εκτός πόλης, σε επαρχιακές περιοχές, σίγουρα έχουν πιάσει έστω και μια φορά στη ζωή τους μπαντανόβουρτσα και αν όχι, σίγουρα έχουν δει ηλικιωμένους να λούζουν τοίχους και δέντρα με ασβέστη, συνήθως, λίγες μέρες πριν ή κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας.

Το λευκό γενικότερα, είναι συνυφασμένο με το απλό, με το λιτό, το καθαρό και με το λαμπερό. Το «άσπρισμα» ή «ασβέστωμα» των σπιτιών και των αυλών, αποτελούσε συνήθεια στα νησιά και τις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας από πολύ παλιά και με την πάροδο των ετών μετατράπηκε από συνήθεια σε παράδοση. Τα σπίτια ασβεστώντοναν τουλάχιστον τρεις φορές το χρόνο (Χριστούγεννα, Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο) στο εσωτερικό και στο εξωτερικό τους, στις μάντρες, στα πεζούλια και στα δέντρα. Ο ασβέστης ήταν φθηνό υλικό, εύκολο στη χρήση του, δεν ήθελε ιδιαίτερες αναλογίες, πρώτο χέρι αραιό, δεύτερο πιο πηχτό στο οποίο πρόσθεταν λίγο λουλάκι για να δώσει φωτεινότητα και μια χούφτα χοντρό αλάτι ή ζάχαρη για μη ξεβάφει όταν το ακουμπάς.
Αυτά πιο πολύ ίσχυαν για τα πεζούλια και τους τοίχους, για τα τις πλάκες του δρόμου ήταν πιο απλά. Έφτιαχναν το μείγμα του ασβέστη σε μεγάλα δοχεία ήτοι “τενεκέδες” και έπαιρναν μια βούρτσα με σκληρές τρίχες και μακρύ κοντάρι για να ξεκινήσουν τη δουλειά.

Σε κάθε γειτονιά, σε κάθε σοκάκι κάθε νοικοκυρά, συναγωνιζόταν για το ποια θα κάνει τις πιο λεπτές και ίσιες γραμμές στο ασβέστωμα του πλακόστρωτου και ποια θα κάνει περισσότερο “περιποιημένη” δουλειά, λερώνοντας με, όσο το δυνατόν, λιγότερες κηλίδες το έδαφος της αυλής. Διάλεγαν πάντα ώρες που δεν είχε πολλή κίνηση ο δρόμος ή το σοκάκι, τοποθετούσαν τα σύνεργα και ξεκινούσαν!
Όταν τελείωναν, είχαν το νου τους συνεχώς, μην περάσει κανένας πεζός και τους λερώσει τα ασβεστωμένα πεζούλια και τις μάντρες. Σκοπός ήταν να φαίνεται το σπίτι περιποιημένο όταν θα περάσει η πομπή του επιταφίου τη Μεγάλη Παρασκευή.
Μπορεί πλέον να έχει μείνει μόνο η ανάμνηση αλλά είναι τόσο δυνατή που νομίζω ότι το Πάσχα παντού μυρίζει ασβέστη. Τουλάχιστον ας καθαρίσουμε τις καρδιές μας από κάθε αρνητικό και οι σκέψεις μας να έχουν λευκό.
READ ALSO: dailyreport2017.wordpress.com